- Η πλευρά Παπαευαγγέλου καταγγέλλει ότι ο Πέτρος Καψάς κατέστρωσε «εγκληματικό σχέδιο με στόχο τον παράνομο του πλουτισμό και την οικονομική συντριβή της οικογένειάς του».
- Η μπίζνα με τη χρυσή βίζα και οι αγοραπωλησίες ακινήτων από Κινέζους επενδυτές μέσω POS.
- Οι καταγγελίες για ακριβά αυτοκίνητα, υπερπολυτελή ρολόγια, βόλτες με ελικόπτερα και πολυτελή ξενοδοχεία.
- Η πλευρά Καψά αρνείται όσα καταγγέλλονται σε βάρος του και έχει στραφεί νομικά κατά του πρώην πεθερού του.
των Data Journalists
Εμφύλιος με σοβαρές καταγγελίες ενώπιον της Δικαιοσύνης έχει ξεσπάσει στην οικογένεια του πρώην αντιπροέδρου και μετόχου των Jumbo, Ευάγγελου Παπαευαγγέλου.
Όπως αποκαλύπτουν σήμερα οι Data Journalists, η πλευρά Παπαευαγγέλου έχει καταθέσει μήνυση σε βάρος του γαμπρού του Πέτρου Καψά, τον οποίο εγκαλεί για σειρά από αδικήματα (όπως και άλλα πρόσωπα) σε βαθμό κακουργήματος. Συγκεκριμένα η πλευρά Παπαευαγγέλου καταγγέλλει στη μήνυση ότι ο γαμπρός του κατέστρωσε «εγκληματικό σχέδιο» με στόχο τον «παράνομο πλουτισμό του και την οικονομική συντριβή της οικογένειάς του» μέσω «αχυρανθρώπων» και «εικονικών πωλήσεων ακινήτων».
Ήδη για το ζήτημα αυτό διενεργείται προκαταρκτική έρευνα από τις εισαγγελικές αρχές, ενώ κατά του πρώην πεθερού του έχει στραφεί νομικά και ο Πέτρος Καψάς.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ευάγγελος Παπαευαγγέλου συνεργάζονταν στενά με τον ιδιοκτήτη των Jumbo, Απόστολο Βακάκη, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, αλλά παραιτήθηκε το 2018 λόγω της υπόθεσης με τη «χρυσή βίζα» και τις πωλήσεις ακινήτων στους Κινέζους», μέσω της χρήσης POS. H υπόθεση τελικά μπήκε στο αρχείο (οι δικογραφίες που είχαν σχηματιστεί) μετά τις έρευνες των ελληνικών αρχών, αλλά προκάλεσε ρήγμα στις σχέσεις Βακάκη και Παπαευαγγέλου, η συνεργασία των οποίων κρατούσε από τις αρχές της δεκαετίας του 90.
Το επενδυτικό σχέδιο του γαμπρού
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μήνυση, οι επενδυτικές σχέσεις μεταξύ των Παπαευαγγέλου και Καψά ξεκίνησαν το 2016. Την περίοδο εκείνη ο Πέτρος Καψάς ήταν ζευγάρι με την κόρη του κ. Παπαευαγγέλου. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μήνυση, ο Καψάς φέρεται να έπεισε τον πεθερό του να τον βοηθήσει, προκειμένου να ξεκινήσει μια καινούργια επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ο κ. Κάψας άλλωστε δεν διένυε την καλύτερη περίοδο επιχειρηματικά. Το εστιατόριο που διεύθυνε είχε πέσει έξω με ευθύνη του συνεταίρου του, όπως ισχυριζόταν, με αποτέλεσμα οι τραπεζικοί του λογαριασμοί να είναι δεσμευμένοι, καθώς είχε οφειλές στο ελληνικό Δημόσιο.
Πράγματι ο κ. Παπαευαγγέλου χρηματοδότησε το επενδυτικό σχέδιο Καψά το οποίο περιλάμβανε την «αγορά, ανάπτυξη και πώληση ακινήτων» σε όσους επενδυτές του εξωτερικού ήθελαν να αποκτήσουν την Golden Visa.
Στο πλαίσιο υλοποίησης του σχεδίου ιδρύθηκε αρχικά η εταιρεία Destiny Επενδυτική. Πρόκειται για την εταιρεία η οποία συστάθηκε τον Μάρτιο του 2015, με μοναδικό μέτοχο και διαχειριστή τον Ευάγγελο Παπαευαγγέλου και την έδρα της να βρίσκεται σε ακίνητο επί των λεωφόρων Κηφισίας και Δημοκρατίας στο Νέο Ψυχικό.
Στους σκοπούς της εταιρείας περιλαμβάνονταν η αγορά, πώληση και εκμετάλλευση ακινήτων, η ανέγερση οικοδομών, η μελέτη, επίβλεψη και εκτέλεση στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό πάσης φύσεων τεχνικών έργων και η πώληση οριζόντιων ή κάθετων ιδιοκτησιών κτλ. H εταιρεία αυτή βρέθηκε στο επίκεντρο της έρευνας το 2018 για τη χρυσή βίζα και τις αγοραπωλησίες ακινήτων κυρίως προς Κινέζους πελάτες. Οι συναλλαγές γίνονταν μέσω POS ελληνικών τραπεζών που παραδίδονταν στους Κινέζους μεσίτες. Η επιχείρηση real estate άρχισε να μπαίνει στο στόχαστρο των Αρχών του Πεκίνου όταν οι αγοραπωλησίες χτύπησαν κόκκινο και ενώ είχαν επιβληθεί capital controls για την εξαγωγή συναλλάγματος και τις επενδύσεις στο εξωτερικό λόγω και του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ. Οι συνεχείς καταγραφές μεταφοράς ποσών στο κινεζικό σύστημα διαχείρισης καρτών UnionPay International οδήγησαν σε κινητοποίηση τους αρμόδιους που ξεκίνησαν άμεσα ελέγχους.
Έτσι η Κεντρική Τράπεζα του Πεκίνου απευθύνθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που είχε ήδη ξεκινήσει τη δική της ξεχωριστή έρευνα, στην ΤτΕ, αλλά και σε ελληνικές συστημικές τράπεζες.
Ο τζίρος της Destiny την περίοδο εκείνη άγγιζε τα 40 εκατ. ευρώ. Το 2022 ιδρύθηκε ακόμη μια εταιρεία, η Τιτάνια Επενδυτική. Σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται η πλευρά Παπαευαγγέλου, η ίδρυσή της ήταν ιδέα του Π. Καψά λόγω του κακού ονόματος που είχε αποκτήσει η Destiny στην αγορά.
Κατά τον Παπαευαγγέλου, το ποσό που επένδυσε σταδιακά στο επενδυτικό σχέδιο Καψά, ανήλθε σε περισσότερα από 12 εκατ. ευρώ. Από αυτά μέχρι και σήμερα, φέρεται να του έχουν επιστραφεί μόλις 3,5 εκατ. ευρώ, ενώ την «πραγματική διαχείριση των εταιρειών την είχε ο Καψάς, καθώς ο πρώην αντιπρόεδρος των Jumbo κατείχε τη θέση του διαχειριστή, όπως ισχυρίζεται.
Η νέα σύντροφος και οι εικονικές πωλήσεις
Στη μήνυση, η πλευρά Παπαευαγγέλου, εστιάζει σε μία σειρά από ενέργειες του κ. Καψά από το 2023 και μετά. Την περίοδο εκείνη ο Καψάς φέρεται να εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη προκειμένου να ζήσει με νέα σύντροφο.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα πάντα με τις καταγγελίες της οικογένειας Παπαευαγγέλου, ο Καψάς προσπάθησε «εκμεταλλευόμενος την εμπιστοσύνη της οικογένειας, να λάβει στην πραγματική του κατοχή με τη μεσολάβηση αχυρανθρώπων και εικονικών πωλήσεων, περιουσιακά στοιχεία αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Στόχος του ήταν «να χρηματοδοτήσει τον πολυτελή του βίο και ενδεχομένως το νέο του ξεκίνημα».
Στο σύνολο των στοιχείων και συναλλαγών που έχουν προσκομιστεί στις εισαγγελικές αρχές γίνεται αναφορά μεταξύ άλλων σε δύο εταιρείες. Πρόκειται για τις Ultra Επενδυτική ΙΚΕ και Seven Επενδυτική, που ιδρύθηκαν το Μάρτιο του 2023 με συγκεκριμένα πρόσωπα ως μετόχους και ιδιοκτήτες. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται στη μήνυση, πραγματικός ιδιοκτήτης φέρεται να ήταν ο Πέτρος Καψάς.
Επιβάρυνση 11 εκατ. ευρώ από μεταφορές ακινήτων
Οι δύο αυτές εταιρείες αγόρασαν σταδιακά δεκάδες ακίνητα που ανήκαν στις Destiny και Τιτάνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι για το δίμηνο Μάρτιος – Απρίλιος 2023, μεταβιβάστηκαν συνολικά 58 ακίνητα, εκ των οποίων 31 διαμερίσματα, 12 θέσεις πάρκινγκ και 16 αποθήκες. Επίσης, στη μήνυση γίνεται λόγος και για την ίδρυση ακόμη μιας εταιρείας από συγγενικό πρόσωπο του Καψά στην οποία μεταβίβασε τρία ακίνητα της Destiny δίχως να εισπράξει το παραμικρό τίμημα.
Η πλευρά Παπαευαγγέλου ανέθεσε στην εταιρεία Deloitte να πραγματοποιήσει διαχειριστικό έλεγχο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του ελέγχου το «συνολικό ποσό επιβάρυνσης» από τη μεταφορά ακινήτων των Destiny και Τιτάνια ανήλθε σε 11,093 εκατ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνεται στη μήνυση, ο Καψάς, «προκειμένου να αγοράζει ακριβά αυτοκίνητα, υπερπολυτελή ρολόγια, να κάνει βόλτες με ελικόπτερα και να εξασφαλίζει τη διαμονή του σε πολυτελή ξενοδοχεία…ιδιοποιήθηκε εν γνώσει του με αναγκαίο δόλο ξένα κινητά πράγματα συνολικής αξίας τουλάχιστον 837.000 ευρώ με τη ζημιά για τη Destiny να ανέρχεται σε 459.429 ευρώ και της Τιτάνια σε 378.408 ευρώ.
Επίσης γίνεται λόγος για αναλήψεις μετρητών αξίας 400.000 ευρώ από τους λογαριασμούς των δύο εταιρειών αυτών, και επιπλέον ποσό ύψους 527.000 ευρώ από τα ταμεία τους, καθώς και για χορήγηση δανείου ύψους 275.000 ευρώ σε ορκωτό λογιστή που είναι μεταξύ των μηνυόμενων.
Για την υπόθεση με τις χρυσές βίζες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και όσα αναφέρονται για την υπόθεση με τις χρυσές βίζες το 2018, καθώς η πλευρά Παπαευαγγέλου αποδίδει πλήρη ευθύνη στον Πέτρο Καψά. Το 2018 ξεκίνησε έρευνα από την Αρχή Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματική Δραστηριότητα, σχετικά με τη νομιμότητα ή μη της πληρωμής των τιμημάτων αγοραπωλησιών στην εταιρεία από Κινέζους πολίτες μέσω POS.
Στο πλαίσιο αυτό δεσμεύτηκαν οι τραπεζικοί λογαριασμοί της οικογένειας. Ο Παπαευαγγέλου υποστηρίζει ότι συνεργάστηκε πλήρως με τις «αρχές και ότι προστάτευσε τον Καψά παρόλο που ουδεμία γνώση και εμπλοκή είχε στις δραστηριότητες της εταιρείας».
Επίσης, όπως αναφέρεται, μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου, αρκετοί από τους Κινέζους αγοραστές ή ενδιαφερόμενους να αποκτήσουν ακίνητο, στράφηκαν εναντίον της Destiny δικαστικά. Ο λόγος ήταν πως ενώ προπλήρωσαν το συμφωνηθέν τίμημα «δεν απέκτησαν κυριότητα σε ακίνητο ή δεν απέκτησαν το αρχικά συμφωνηθέν ακίνητο ή δεν εισέπραξαν μισθώματα από ακίνητα που είχαν μισθώσει στην εταιρεία».
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του 2020, η έρευνα της Εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος, αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων στα φυσικά πρόσωπα της οικογένειας Παπαευαγγέλου και σε συνδεόμενες εταιρείες, δεν εντόπισε στοιχεία προκειμένου να ασκηθεί δίωξη για φοροδιαφυγή και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Ως αποτέλεσμα, η δικαιοσύνη έθεσε στο αρχείο το σύνολο των δικογραφιών.
Τα αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος
Η μήνυση της οικογένειας Παπαευαγγέλου, σε βάρος του Πέτρου Καψά και άλλων προσώπων, αφορά κατά περίπτωση στα αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος, «της απιστίας, απάτης, υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, υπεξαίρεση, αποδοχή και διάθεση προϊόντων και νομιμοποίηση εσόδων και εγκληματικές δραστηριότητες, σύσταση και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και πλαστογραφία». Σύμφωνα με πληροφορίες των Data Journalists, ήδη από τις εισαγγελικές αρχές διεξάγεται έρευνα για τη διερεύνηση των καταγγελλόμενων. Σημειώνεται ότι η πλευρά Καψά αρνείται όσα καταγγέλλονται σε βάρος του και έχει στραφεί νομικά σε βάρος του πρώην πεθερού του.
Discussion about this post