Αποκάλυψη των Data Journalists για τις Δημοσκοπήσεις:
Τα δήθεν «τυχαία δείγματα» της κοινής γνώμης μόνο τυχαία δεν είναι – Κανένας δεν ελέγχει τις εταιρείες που διενεργούν τις έρευνες
Πού μας οδήγησε η έρευνα:
- – Πλατφόρμες που λειτουργούν σαν δεξαμενές «επί πληρωμή απαντητών», συνεργάζονται με ελληνικές δημοσκοπικές – Ποιες είναι αυτές, τι ποσά παίρνουν οι «απαντητές» ανά έρευνα και τα ερωτήματα
- – Η μεγάλη διαφορά στον οδηγό δημοσκοπήσεων που εξέδωσε ο ΣΕΔΕΑ (Ελληνικός Σύλλογος Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς) μεταξύ 2019-2023
- – Ελεγκτές των δημοσκοπικών εταιρειών για την αξιοπιστία των ερευνών τους είναι οι ίδιες οι δημοσκοπικές, μέσω του συνεταιριστικού τους φορέα, του ΣΕΔΕΑ – Απλός παρατηρητής το ΕΣΡ
- – Στις 5.000 το κόστος κάθε δημοσκόπησης για τα κόμματα, καμία υποχρέωση για ανάρτηση των ποσών στην «Διαύγεια» ή αλλού – Έσοδα 100.000-200.000 ευρώ το χρόνο για τις περισσότερες δημοσκοπικές – Ποιοι είναι οι μέτοχοί τους –
- – Άγγελος Σεριάτος (Prorata) στους Data Journalists: «Η κρίση διέλυσε τα δημοσκοπικά «εργαλεία»» – «Η αλήθεια είναι ότι έχουμε πρόβλημα στα δείγματα» – «Μας λείπει η πρόσβαση στο σύνολο του πληθυσμού άρα εκ των πραγμάτων δεν υπάρχει συμμετοχή όλων στο δείγμα» – Τι λέει για τα panels: «Είναι μια πρακτική που γίνεται» – «Θεσπίστηκε η δυνατότητα συμμετοχής κάποιων στις έρευνες με αντάλλαγμα κάποιο όφελος, χρηματικό ή μη»
- – Το παράδοξο και το δημοσκοπικό φιάσκο στις προεδρικές εκλογές της Κύπρου
- – Επιτελικό στέλεχος υποψηφίου στην Κύπρο: «Σκοπιμότητες στη σύνθεση ερωτηματολογίων και τη διατύπωση ερωτήσεων» – «Υπάρχει αντι-συστημικό ρεύμα στη δημοσκοπική συμπεριφορά που «θολώνει» τα ευρήματα»
- – Νίκος Καραχάλιος: «Καρτέλ από κατευθυνόμενες εταιρείες» – «Την τελευταία επταετία χειραγωγούνται συστηματικά οι δημοσκοπήσεις από τους πελάτες τους»
- – Στέλεχος με γνώση εκ των έσω των δημοσκοπικών ερευνών: «Τα αποτελέσματα είναι περισσότερο πολιτική εκτίμηση και λιγότερο χρησιμοποίηση των δημοσκοπικών εργαλείων »
- – Νίκος Καρδούλας: «H δική μου μέθοδος για απαντήσεις απ’ όλες τις ηλικίες» – – «Τους εργαζόμενους και τους νέους δεν τους βρίσκουν οι δημοσκοπικές»
των Βασίλη Γαλούπη, Πάρι Καρβουνόπουλου, Βαγγέλη Τριάντη, Πάνου Κατσαχνιά, Ιωάννας Στασινού
Η εντύπωση που επικρατεί στην συντριπτική πλειοψηφία είναι ότι οι δημοσκοπικές εταιρείες στη χώρα μας απευθύνουν ερωτήματα για τις πολιτικές εξελίξεις τηλεφωνικά με τυχαία δειγματοληψία. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν ότι υπάρχουν και οι «επαγγελματίες απαντητές» των δημοσκοπήσεων. Άνθρωποι, δηλαδή, που πληρώνονται για να απαντούν σε τέτοιες έρευνες.
Η νέα μόδα στον χώρο των ελληνικών δημοσκοπήσεων είναι τα «online panels». Πρόκειται για πλατφόρμες, συνήθως με έδρα στο εξωτερικό, που συγκεντρώνουν μια δεξαμενή από «απαντητές», οι οποίοι είναι διαθέσιμοι ανά πάσα στιγμή να απαντούν σε ερωτηματολόγια δημοσκοπήσεων έναντι αμοιβής.
Η διαδικασία είναι επίσημη και νόμιμη, αφού έχει κατοχυρωθεί από την ESOMAR, τον ευρωπαϊκό φορέα των δημοσκοπικών εταιρειών. Κάθε αναγνωρισμένη εταιρεία δημοσκοπήσεων, δηλαδή, μπορεί να απευθυνθεί σε ένα από τα online panels και να αντλήσει από εκεί διαθέσιμους «απαντητές», ώστε να πραγματοποιηθεί μια έρευνα. Οι απαντητές παίρνουν συνήθως από 1-4 ευρώ για κάθε απάντηση ερωτηματολογίου.
Το δημοσκοπικό «φιάσκο» στον α’ γύρο των προεδρικών εκλογών της Κύπρου επανέφερε στην επικαιρότητα, λόγω και των επικείμενων βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα, την συζήτηση για την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων. Η σε βάθος έρευνα των data journalists επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε απορίες που όλοι έχουν.
Στον οδηγό ανάγνωσης των δημοσκοπήσεων του 2019 του ΣΕΔΕΑ (ο ελληνικός Σύλλογος Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς) ανέφερε για το Δείγμα και την Ποιότητα ότι «ως δημοσκόπηση νοείται κάθε έρευνα που το δείγμα της είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού που διερευνά. Το άθροισμα των απαντήσεων που ελήφθησαν, τηλεφωνικά ή ηλεκτρονικά, μετά από πρόσκληση που απευθύνθηκε προς ομάδα πολιτών, δεν συνιστά αποτέλεσμα δημοσκόπησης».
Στις 10 Φεβρουαρίου 2022, όμως, υπήρχε μια ουσιώδης διαφορά στον επικαιροποιημένο οδηγό: «Προσέξτε τι αντιπροσωπεύει το δείγμα. Η δειγματοληψία στις δημοσκοπήσεις, γίνεται είτε μέσω τυχαίας διαδικασίας επιλογής των ερωτώμενων ή/ και μέσω σαφώς ορισμένων panels. Τυχόν παρεκκλίσεις του τελικού δείγματος από βασικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού, θα πρέπει να σταθμίζονται εκ των υστέρων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η τελική αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος».
Τα panels με τους επί πληρωμή «απαντητές» ενσωματώθηκαν πλήρως στο δημοσκοπικό παιχνίδι και με την «βούλα» του ΣΕΔΕΑ, που ακολούθησε τη διεθνή τάση και μόδα.
Ωστόσο, οι απορίες για τον αριθμό των ενεργών μελών αυτών των δεξαμενών – πλατφορμών, για το κατά πόσοι κάποιοι «απαντητές» μπορούν, έστω και κρυφά, να συμμετέχουν σε πολλά panels ταυτόχρονα κι εν τέλει για το αν υπάρχει αποτελεσματικός έλεγχος ώστε να μην απαντούν οι ίδιοι ξανά και ξανά, θεωρούνται εύλογες. Το βέβαιο είναι ότι οι συγκεκριμένοι απαντητές είναι επί πληρωμή, κάτι επίσης άγνωστο στην ορολογία των δημοσκοπήσεων μέχρι πριν λίγα χρόνια.
Σήμερα στον ΣΕΔΕΑ υπάρχουν 23 τακτικά μέλη, οι δημοσκοπικές εταιρείες ABACUS RESEARCH A.E, ALCO – MARKETING RESEARCH ΑΕ, ALTERNATIVE A.R.S, DATA POWER Α.Ε., DATA R.C., FOCUS BARI Α.Ε., GLOBAL LINK, GPO A.E., IPSOS – OPINION Α.Ε., KANTAR GREECE S.A., ΚΑΠΑ RESEARCH Α. Ε., MARC AE, ΜETRON ANALYSIS S.A., MRB HELLAS A.E., NIELSEN CONSUMER ΕΛΛΑΣ MONOΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ, PALMOS ANALYSIS, PRIME VIEW, PULSE RC, Q.E.D. Ε.Π.Ε., RASS CONSULTANCY SERVICES S.A., THE HELLENIC RESEARCH HOUSE, THE NIELSEN COMPANY (GREECE) ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ AE, THE RESEARCH HIVE A.E.
Περιλαμβάνονται ακόμα 4 συνδεδεμένα μέλη, ανάμεσά τους και η OPINION POLL, ενώ ένα είναι υπό ένταξη, η ABOUTPEOPLE A.E.
Αυτό που επίσης δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ποιος ελέγχει τις εταιρείες για την αξιοπιστία των δημοσκοπικών ερευνών. Η απάντηση είναι ότι βάσει νόμους οι ίδιες οι εταιρείες μέσω της ΣΕΔΕΑΑ ελέγχουν τον… εαυτό τους!
Όπως μπορούμε να δούμε κι από την τροποποίηση καταστατικού στις 15.7.2020 της «Ελεγκτικής εταιρείας δημοσκοπήσεων και ερευνών κοινής γνώμης», στην συνεδρίαση παρέστη «ο εκ των εταίρων ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΑΓΟΡΑΣ (ΣΕΔΕΑ) που εκπροσωπεί ποσοστό 97% του εταιρικού κεφαλαίου. Απούσες ήταν οι εταιρείες Γ. ΜΑΥΡΗΣ – PUBLIC ISSUE ΜΕΠΕ και επωνυμία DATA RESEARCH & CONSULGTING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ».
Σκοπός της ελεγκτικής εταιρείας είναι «ο σύμφωνα με το Ν. 3603/2007 (ΦΕΚ Α 188/8.8.2007) έλεγχος αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων που αναθέτουν οι φορείς του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα, τα πολιτικά κόμματα ή συνδυασμοί καθώς και οι επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης».
Ο ρόλος του ΕΣΡ είναι αυτός του παρατηρητή. Μόνο «εφόσον η επιτροπή διαπιστώνει παράβαση των επιστημονικών μεθόδων έρευνας αγοράς του Διεθνούς Κώδικα Δεοντολογίας για την Πρακτική της Ερευνάς Αγοράς και της Κοινωνικής Έρευνας του ICC/ESOMAR και του ΣΕΔΕΑ, ο Διαχειριστής της Ελεγκτικής Δημοσκοπήσεων διαβιβάζει το πόρισμα στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης».
Μια ακόμα ενδιαφέρουσα παράμετρος που ανακαλύψαμε με την έρευνά μας είναι ότι τα έσοδα των εταιρειών που ασχολούνται κυρίως με πολιτικές δημοσκοπήσεις είναι μάλλον μέτρια, συνήθως από 100.000-200.000 ευρώ, με τα καθαρά κέρδη τους να μετριούνται σε μερικές χιλιάδες ευρώ.
Όμως, τα κόμματα που «παραγγέλνουν» τις δημοσκοπήσεις δεν είναι υποχρεωμένα από το νόμο να αναρτούν τα καταβαλλόμενα ποσά και τις συμβάσεις στο «Διαύγεια» ή σε άλλη δημόσια πλατφόρμα. Πρακτικά, τα ποσά παραμένουν άγνωστα. Από τον χώρο των δημοσκοπικών εταιρειών πληροφορηθήκαμε ότι τα ποσά είναι συνήθως κοντά στις 5.000 ευρώ για κάθε πολιτική δημοσκόπηση.
Οι data journalists επιχείρησαν να λάβουν συγκεκριμένες απαντήσεις για τον τρόπο διεξαγωγής των δημοσκοπήσεων, την μεθοδολογία, τα panels και τον έλεγχο που γίνεται στις έρευνες, αλλά δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση.
Το κύμα αμφισβήτησης για τις δημοσκοπικές έρευνες άρχισε κυρίως από το 2015, με το δημοψήφισμα για την ΕΕ. Σε ένα τάιμινγκ που υπήρχαν μεγάλες αστοχίες και στο εξωτερικό, ειδικά στις ΗΠΑ και την Βρετανία. Τότε, παραμονές προκήρυξης του δημοψηφίσματος, η δημοσκόπηση της Κάπα Research έδινε 47,2% των ερωτηθέντων στο «Ναι» και μόλις 33% στο «Όχι», ενώ η δημοσκόπηση της Alco ανέβαζε στο 57% το «Ναι».
Ο Νίκος Καραχάλιος, επί σειρά ετών Σύμβουλος Στρατηγικής προέδρων και πρωθυπουργών της ΝΔ, δήλωσε στους data journalists: «Την τελευταία επταετία χειραγωγούνται συστηματικά οι δημοσκοπήσεις από τους πελάτες τους. Η αποτυχία το 2015 δεν έχει να κάνει με την αξιοπιστία των εταιρειών, αλλά ότι πήγαν να ρίξουν τη χώρα στα βράχια παραπλανώντας. Θα έπρεπε να γίνει έρευνα αρχεία τους να δούμε τα δείγματα, ειδικά τα μη σταθμισμένα, τι δίνανε. Η ιδιοτέλειά τους θα κόστιζε όχι μια εκλογική αναμέτρηση, αλλά την έξοδο Ελλάδας από ΕΕ. Παραλίγο να οδηγήσουν τη χώρα στα βράχια».
Άλλα στελέχη του χώρου με τα οποία συνομιλήσαμε κάνουν λόγο για σφάλματα στην στάθμιση των ευρημάτων, με τις εταιρείες να μην αποκαλύπτουν πάντα τον τρόπο που βγάζουν ένα αποτέλεσμα.
Με την καχυποψία του κοινού όλο και πιο έντονη, οι δυσκολίες για εξεύρεση αντιπροσωπευτικού δείγματος απ’ όλες τις ηλικίες και κοινωνικά στρώματα είναι δεδομένες.
Στέλεχος που γνωρίζει εκ των έσω τον τρόπο διενέργειας δημοσκοπήσεων, μας είπε: «Ο τρόπος που σταθμίζεται σήμερα το αποτέλεσμα στις δημοσκοπήσεις 1.000 ατόμων αντιστοιχεί, πρακτικά, σε δείγμα 500 ανθρώπων. Για να είναι αντιπροσωπευτικό το δείγμα θα έπρεπε να ξεπερνάει τις 2.500-3.000 με την συγκεκριμένη μεθοδολογία. Αυτό σημαίνει περισσότερη πολιτική εκτίμηση και λιγότερη χρησιμοποίηση των δημοσκοπικών εργαλείων».
Σύμφωνα με πληροφορίες, από το Μαξίμου υπάρχει πίεση πλέον στις δημοκοπικές εταιρείες να διεξάγουν έρευνες που να μην στηρίζονται μόνο σε κλήσεις προς σταθερά τηλέφωνα, αλλά να επεκτείνονται και σε κινητά τηλέφωνα, όπως και στο διαδίκτυο ώστε η έρευνα να είναι πιο αντιπροσωπευτική. Για παράδειγμα, οι κλήσεις σε σταθερό τηλέφωνο περιλαμβάνουν περισσότερες απαντήσεις γυναικών .
Για το θέμα της αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων έχει συσταθεί Εξεταστική Επιτροπή στην Βουλή, επί νυν κυβέρνησης, ενώ συχνά βλέπουν το φως της δημοσιότητας καταγγελίες .
Γνώστες της πολιτικής και δημοσκοπικής πραγματικότητας ισχυρίζονται ότι υπάρχει διαχωρισμός των εταιρειών που δημοσιεύουν πολιτικές κι εμπορικές – καταναλωτικές έρευνες. Οι τελευταίες για να διαφυλάξουν την αξιοπιστία τους και το υψηλότατο κασέ τους δεν εμπλέκονται με πολιτικές δημοσκοπήσεις. «Η επιχειρηματική αγορά δεν εμπιστεύεται τις εταιρείες που κάνουν πολιτικές έρευνες, επειδή κινούνται γύρω από το κράτος», μας είπε γνώστης της πολιτικής και δημοσκοπικής σκηνής.
Οι δημοσκοπήσεις στους «αφοσιωμένους ερωτηθέντες» – Η δεξαμενή των «απαντητών»
Πολλές από τις εταιρείες, εγχώριες ή διεθνείς, που διεξάγουν δημοσκοπήσεις και on-line έρευνες αγοράς αξιοποιούν ήδη υπάρχοντα ή δημιουργούν τα δικά τους on line panels ερωτώμενων με μέλη από όλη την Ελλάδα και κάθε δημογραφική ομάδα του πληθυσμού, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν.
Σκοπός της αξιοποίησης των panels είναι σύμφωνα με τις ίδιες τις εταιρείες να ανιχνεύονται οι τάσεις και οι αντιλήψεις του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού συνδυάζοντας την ταχύτητα και την ευκολία που μπορούν να προσφέρουν.
Μελετώντας τις προϋποθέσεις συμμετοχής στις διαδικτυακές αυτές κοινότητες ανακαλύψαμε πως η εγγραφή δεν επιτρέπεται σε άτομα που ασχολούνται με τη διαφήμιση, τις δημόσιες σχέσεις, τις έρευνες αγοράς, το marketing ή εργάζονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Επιπλέον όπως σημειώνεται στις πλατφόρμες, είναι εξίσου απαγορευτικό να διατηρούν λογαριασμό στα ίδια on line panels περισσότερα από δύο μέλη της ιδίας οικογένειας.
Οι «αφοσιωμένοι ερωτηθέντες» όπως χαρακτηριστικά αποκαλούνται όσοι διατηρούν λογαριασμούς σε αυτές τις διαδικτυακές κοινότητες ανταμείβονται κερδίζοντας πόντους που αντιστοιχούν σε δωροεπιταγές, δώρα, λαχνούς, ενώ οι πόντοι αυτοί αναλογούν και σε συγκεκριμένα χρηματικά ποσά που μπορούν να εξαργυρωθούν.
Ο τρόπος αμοιβής ποικίλει ανά on line panel. Όμως όπως αναφέρουν τα περισσότερα, η κάθε δημοσκόπηση ανάλογα και με την διάρκεια της, μπορεί να αποδώσει κατά προσέγγιση 20-40 πόντους στους ερωτηθέντες που αντιστοιχούν σε ένα ποσό μεταξύ 1-4 ευρώ.
Κάθε φορά συνεπώς που απαντά κάποιος σε μία on line δημοσκόπηση θα κερδίζει πόντους οι οποίοι θα αναλογούν σε συγκεκριμένα ποσά, τα οποία θα μπορεί να εξαργυρώνει.
Κάθε μέλος επιπλέον λαμβάνει πρόσκληση για συμμετοχή σε δημοσκοπήσεις που είναι προσαρμοσμένες στα ενδιαφέροντα και τις εμπειρίες του ενώ ο αριθμός των δημοσκοπήσεων στις οποίες μπορεί να συμμετέχει ανά μήνα είναι συγκεκριμένος και ορίζεται από το εκάστοτε on line panel.
Μία από τις πιο γνωστές εταιρείες που δραστηριοποιείται στον παραπάνω κλάδο είναι η Cint. Συγκεκριμένα η Cint, με έδρα στην Στοκχόλμη, δραστηριοποιείται στον τομέα του λογισμικού για τις ψηφιακές πληροφορίες.
Η πλατφόρμα αυτή αυτοματοποιεί τη διαδικασία συλλογής πληροφοριών, ώστε οι εταιρείες που συνεργάζεται να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα ερευνών ταχύτερα.
Όπως μπορεί κάποιος να ανακαλύψει μπαίνοντας στον ισότοπο της, ισχυρίζεται ότι φιλοξενεί ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα καταναλωτών παγκοσμίως για ψηφιακές έρευνες με πάνω από 252 εκατομμύρια συμμετέχοντες σε περισσότερες από 130 χώρες, μια εκ των οποίων είναι και η χώρα μας, με πάνω από 493.000 μέλη όπως διαφημίζει η εταιρεία.
Η Palmos Analysis αποτελεί μία εταιρεία για παράδειγμα που διαθέτει παράλληλα και το δικό της on line panel , το Research Panel της Palmos Analysis, μέσω του οποίου καλεί τους πολίτες να λάβουν μέρος σε online δημοσκοπήσεις κερδίζοντας χρήματα για κάθε ερωτηματολόγιο που συμπληρώνουν ενώ παράλληλα συνεργάζεται με τη Cint.
Συγκεκριμένα λόγω της συνεργασίας αυτής τα μέλη του Research Panel της Palmos Analysis γίνονται αυτομάτως μέλη αυτής της μεγάλης παγκόσμιας ομάδας, της πλατφόρμας της Cint. Άλλη γνωστή εταιρεία δημοσκοπήσεων που διεξάγει έρευνες αξιοποιώντας τις διαδικτυακές συνεντεύξεις που αντλήθηκαν από το panel της Cint σταθμίζοντας το τελικό δείγμα ως προς τα βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά είναι η MRB Hellas. Aναφορά σε panel κάνει και η MARC σε έρευνα του Φεβρουαρίου 2022.
Εταιρείες όπως η Cint, που σήμερα αναφέρουμε ενδεικτικά, όπως και άλλες στον συγκεκριμένο χώρο των panels που κι αυτές έχουν συνήθως βάση στο εξωτερικό, λειτουργούν νόμιμα και είναι αναγνωρισμένες από την ESOMAR, τον ευρωπαϊκό οργανισμό μελών για ερευνητές αγοράς και κοινής γνώμης που ιδρύθηκε το 1947. Η μέθοδος αυτή των πλατφορμών με επ’ αμοιβή «απαντητές» είναι πλέον αποδεκτή και χρησιμοποιείται σε Ελλάδα κι εξωτερικό.
Αντιφατικές οι απαντήσεις
Σε τηλεφωνική επικοινωνία που πραγματοποιήσαμε με δύο γνωστές εταιρείες δημοσκοπήσεων λάβαμε ενδιαφέρουσες απαντήσεις σε σχέση με τρόπο διεξαγωγής των ερευνών και την δεξαμενή των ερωτηθέντων.
Στην πρώτη εταιρεία δημοσκοπήσεων, άτομο που εργάζεται στην γραμματειακή υποστήριξη, μάς εξήγησε ότι το δείγμα των ατόμων που ερωτάται στις δημοσκοπήσεις είτε αυτές αφορούν εμπορικά προϊόντα και έρευνες, είτε κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που ανακύπτουν είναι τυχαίο και βασίζεται σε έναν ορισμένο αλγόριθμο. Τα στοιχεία των ερωτηθέντων παραμένουν κατόπιν στις βάσεις της εταιρείας για ορισμένο χρονικό διάστημα όπως προβλέπεται από το νόμο και στην συνέχεια διαγράφονται.
Η δεύτερη δημοκοπική εταιρεία μας εξήγησε ότι ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα που απευθύνονται χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους. Για τις ηλικιακές ομάδες των 18-44 χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο ειδικές φόρμες που συμπληρώνουν οι ερωτηθέντες προωθώντας τα ερωτηματολόγια στα social media και σχετικές ιστοσελίδες.
Τα δεδομένα για τις ηλικίες άνω των 50 παρουσιάζονται αρκετά διαφορετικά. Σε αυτήν την περίπτωση οι συμμετέχοντες καλούνται τηλεφωνικά.
Να τονίσουμε πως τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία επιλέγονται παραμένουν αδιευκρίνιστα. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας οι αριθμοί που ανταποκρίνονται καταγράφονται ώστε να γίνει κλήση σε περίπτωση επόμενης έρευνας με διαφορετικό θέμα.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν και για πόσο σε κάποια πλατφόρμα τα στοιχεία των κληθέντων, δημιουργώντας έτσι μία άτυπη σε αυτήν την περίπτωση πλατφόρμα «διαθέσιμων απαντητών».
Άγγελος Σεριάτος (Prorata): Η κρίση διέλυσε τα δημοσκοπικά «εργαλεία»
Οι data journalists επικοινώνησαν με τον επικεφαλής των επιστημονικών ερευνών της εταιρείας δημοσκοπήσεων Prorata, Άγγελο Σεριάτο.
Ρωτήσαμε τον κ. Σεριάτο να μας εξηγήσει ποιοι είναι οι λόγοι που τα τελευταία χρόνια οι εταιρείες δημοσκοπήσεων σε Ελλάδα και εξωτερικό αδυνατούν να προβλέψουν με ακρίβεια τα εκλογικά αποτελέσματα, όπως συνέβαινε για παράδειγμα τις δεκαετίες του ’90 και του 2000. Όπως επισημαίνει, όλο αυτό ξεκίνησε με την κρίση του 2010 και μετά που οδήγησε σε τεκτονικές αλλαγές σε ό,τι αφορά το εγχώριο πολιτικό σύστημα.
Για παράδειγμα το 2015 τόσο στις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις όσο και στο δημοψήφισμα οι εταιρείες δημοσκοπήσεων απέτυχαν στις εκτιμήσεις τους. Πολλοί, μάλιστα, ειδικά από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αποδίδουν την αδυναμία αυτή, σε «παιχνίδι» των δημοσκοπικών εταιρειών με σκοπό να «πληγεί» η δυναμική που είχε την περίοδο εκείνη το κόμμα της Κουμουνδούρου. Ποια είναι, όμως, η αλήθεια;
«Πράγματι υπήρξε μια γενικότερη αδυναμία στο να εκτιμηθεί το αποτέλεσμα των εκλογών και του δημοψηφίσματος το 2015. Εμείς για παράδειγμα βλέπαμε οριακή επικράτηση του «ΌΧΙ» στο δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015 αλλά όχι την διαφορά που ήρθε τελικά» αναφέρει ο κ. Σεριάτος και συμπληρώνει:
«Εκείνη την περίοδο υπήρχε κρίση και αυτό οδήγησε στη διάλυση όλων των εργαλείων που είχαμε μέχρι τότε στη διάθεσή μας. Και όταν λέμε εργαλεία εννοούμε τη στάθμιση με βάση την προηγούμενη εκλογική ψήφο».
Πράγματι από τη μεταπολίτευση και μετά υπήρχε μία γενικότερη σταθερότητα στο πολιτικό σύστημα της χώρας. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ εναλλάσσονταν στην εξουσία συνήθως μετά από διακυβέρνηση δύο τετραετιών και οι μετατοπίσεις ψηφοφόρων δεν ήταν μεγάλες. Υπήρχε ένας συγκεκριμένος αριθμός ψηφοφόρων κυρίως του κέντρου οι οποίοι κατά καιρούς μετακινούνταν είτε προς το ένα είτε προς το άλλο κόμμα.
Το 2010 όμως τα πράγματα άλλαξαν. Τα Μνημόνια, η οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση οδήγησε σε συνταρακτικές αλλαγές
στο πολιτικό σκηνικό. Για παράδειγμα το πανίσχυρο ΠΑΣΟΚ του 2009 υπερκεράστηκε στις εκλογές του 2012 από το ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ από κόμμα που παραδοσιακά κατέγραφε εκλογικά ποσοστά άνω του 40% έφτασε στο σημείο να καταγράψει ποσοστό ακόμη και κάτω του 20% στις πρώτες εκλογές τον Μάιο του 2012.
Επίσης σε όλο αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η εμφάνιση νέων κομμάτων. Όπως για παράδειγμα οι Ανεξάρτητοι Έλληνες ή ακόμη και ακραία κόμματα όπως η Χρυσή Αυγή που οι ψηφοφόροι τους δεν ανιχνεύονταν στις δημοσκοπήσεις. Ως αποτέλεσμα οι εταιρείες δημοσκοπήσεων αδυνατούσαν να σταθμίσουν με βάση το τι είχαν ψηφίσει οι ψηφοφόροι στις εκλογές του 2009. Ένα καινούργιο σκηνικό είχε «γεννηθεί», απρόβλεπτο θα μπορούσε να πει κανείς.
Τα «προβληματικά δείγματα» και οι κρυφοί ψηφοφόροι – Τι συνέβη το 2019
Δεν ήταν μόνο το 2015, όμως, που οι εταιρείες δημοσκοπήσεων έπεσαν έξω στις εκτιμήσεις τους. Ακόμη και στις εθνικές εκλογές του 2019 το τελικό αποτέλεσμα διέφερε κατά πολύ από αυτό που προέβλεπαν τρεις μέρες πριν τις εκλογές της 7ης Ιουλίου του 2019.
Στις 4 Ιουλίου του 2019 για παράδειγμα η Public Issue προέβλεπε διαφορά 15,5 μονάδων υπέρ της ΝΔ σε σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα 42,5% η ΝΔ και 27% ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στις 11,7 μονάδες προέβλεπε τη διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων και η τελευταία δημοσκόπηση της Rass πριν από τις εκλογές για το Action24. Σύμφωνα με τη Rass η ΝΔ λάμβανε 39,4%,και ο ΣΥΡΙΖΑ 27,7%. Το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα απέδειξε ότι η ΝΔ έλαβε ποσοστό 39,8% και ο ΣΥΡΙΖΑ 31,6%.
«Οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν αποτελέσματα. Οι μετρήσεις καταγράφουν πρόθεση ψήφου εκείνης της στιγμής» σημειώνει στους datajournalists ο κ. Σεριάτος και συμπληρώνει:
«Υπάρχει ένα ποσοστό περίπου 15% του εκλογικού σώματος το οποίο ακόμη και μία ή δύο εβδομάδες πριν τις εκλογές δεν έχει καταλήξει στο τι να ψηφίσει. Το 2019 για παράδειγμα ένα 15% του εκλογικού σώματος αποφάσισε κυριολεκτικά πάνω από την κάλπη. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε ένα ποσοστό 5% την τελευταία εβδομάδα των εκλογών και η ΝΔ ένα 3%» σημειώνει ο κ. Σεριάτος.
Επίσης ένα από τα αξιοσημείωτα στοιχεία είναι το γεγονός ότι οι αριστεροί ψηφοφόροι κρύβουν πιο συχνά την ψήφο τους από τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Κάποιοι για παράδειγμα θεωρούν ότι οι εταιρείες δεν είναι αντικειμενικές, κάποιοι ότι είναι ελεγχόμενες, κάτι που ενισχύεται και από τις αποτυχίες των προηγούμενων ετών.
«Οι αριστεροί ψηφοφόροι κρύβουν την ψήφο τους για τους δικούς τους λόγους» τονίζει ο κ. Σεριάτος ο οποίος επισημαίνει επίσης ότι πλέον υπάρχουν προβλήματα και με τα δείγματα που συμμετέχουν στις δημοσκοπήσεις.
«Η αλήθεια είναι ότι έχουμε πρόβλημα στα δείγματα. Για να έχεις ένα καλό δείγμα θα πρέπει κάθε μέλος του πληθυσμού να έχει την ίδια πιθανότατα συμπερίληψης με οποιοδήποτε άλλο μέλος του πληθυσμού. Αυτό είναι κάτι το οποίο παραβιάζεται με τις τηλεφωνικές δημοσκοπήσεις. Διότι δεν έχουν όλοι πρόσβαση» σημειώνει ο κ. Σεριάτος.
Η αλήθεια είναι ότι για λόγους κόστους οι εταιρείες διενεργούν τις δημοσκοπήσεις τηλεφωνικά και όχι πόρτα – πόρτα. Αυτό, όμως, δημιουργεί εκ των πραγμάτων πρόβλημα στο δείγμα και επομένως στα αποτελέσματα της δημοσκόπησης.
Για παράδειγμα από τις νεότερες γενιές οι περισσότεροι δεν χρησιμοποιούν σταθερά τηλέφωνα σε αντίθεση με τις ηλικίες 65+. Επίσης οι νεότερες γενιές χρησιμοποιούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία το διαδίκτυο. Κάτι που δεν κάνουν οι μεγαλύτερες γενιές.
«Παρότι το διαδίκτυο αυξάνει την διείσδυση, μάς λείπει η πρόσβαση στο σύνολο του πληθυσμού άρα εκ των πραγμάτων δεν υπάρχει συμμετοχή όλων στο δείγμα» σημειώνει ο κ. Σεριάτος, ο οποίος επισημαίνει επίσης πως πάντοτε στις δημοσκοπήσεις υπάρχει το περιθώριο στατιστικού λάθους, ενώ υποστηρίζει «ότι η επανάληψη των μετρήσεων δίνει τη μέση αλήθεια»
Σεριάτος για τα panels: «Είναι μια πρακτική που γίνεται» – «Θεσπίστηκε η δυνατότητα συμμετοχής κάποιων στις έρευνες με αντάλλαγμα κάποιο όφελος, χρηματικό ή μη»
Σε ό,τι αφορά στις δημοσκοπήσεις και τη χρήση των panels ο κ. Σεριάτος επισημαίνει πως αυτό είναι μια πρακτική που χρησιμοποιείται στο εξωτερικό και είναι μάλιστα και «καθοδηγητική γραμμή προς τις εταιρείες δημοσκοπήσεων από τη Διεθνή Ένωση Εταιρειών Ερευνών και Δημοσκοπήσεων ESOMAR». Η ανάγκη αυτή προέκυψε από το γεγονός ότι αρκετοί πλέον όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό δεν συμμετέχουν στις δημοσκοπήσεις. Για το λόγο αυτό θεσπίστηκε η δυνατότητα συμμετοχής κάποιων στις έρευνες με αντάλλαγμα κάποιο όφελος, χρηματικό ή μη.
«Το πρόβλημα με τη συμμετοχή το έχουμε και εμείς. Γι’ αυτό και δίνεται αυτό το κίνητρο όχι χρηματικό αλλά με κάποιο όφελος. Είναι μια πρακτική που γίνεται. Εμείς έχουμε το μεγαλύτερο πάνελ και προδιαγραφές απ’ όλες τις εταιρείες. Είναι μια διαδεδομένη πρακτική» τονίζει ο κ. Σεριάτος.
Σε αυτό το πλαίσιο η εταιρεία έχει αναπτύξει το μεγαλύτερο στην Ελλάδα και αναγνωρισμένο διεθνώς διαδικτυακό panel με χιλιάδες ενεργά μέλη, έχοντας τη δυνατότητα με ταχύτητα και ακρίβεια να ανιχνεύει τις στάσεις και τις αντιλήψεις όχι μόνο του γενικού πληθυσμού αλλά και ιδιαίτερων κοινών ενδιαφέροντος.
Νίκος Καραχάλιος: Ζούγκλα δημοσκοπικά η πολιτική ζωή – Υπάρχουν έρευνες που δεν γίνονται αλλά ανακοινώνουν… ευρήματα – Καρτέλ από κατευθυνόμενες εταιρείες – Κρύβουν τις προθέσεις τους οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ
«Στην Ελλάδα η πολιτική αρένα, που ήταν πάντα λίγο τριτοκοσμική, έχει γίνει ζούγκλα δημοσκοπικά. Κατ’ εμέ υπάρχει μια τριπλή κατηγοριοποίηση με τις έρευνες που δημοσιοποιούνται. Η μια κατηγορία είναι παραπάνω από εμφανής ότι είναι έρευνες οι οποίες δεν γίνονται», δηλώνει στους data journalists από την Σκωτία όπου βρίσκεται ο Νίκος Καραχάλιος, επί σειρά ετών Σύμβουλος Στρατηγικής του πρώην πρωθυπουργού και πρόεδρου της Νέας Δημοκρατίας Κώστα Καραμανλή, καθώς και των μετέπειτα προέδρων Αντώνη Σαμάρα και Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Ο κ. Καραχάλιος, που έχει υπάρξει και πρόεδρος του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Επικοινωνίας (2000-2004), λέει μεταξύ άλλων:
- «Υπάρχουν έρευνες που παραγγέλνονται από το Μαξίμου και φτιάχνονται στα γραφεία εταιρειών χωρίς να τηρείται κανένα επιστημονικό πρότυπο. Αν συγκρίνεις τα αποτελέσματα των εταιρειών αυτών διαχρονικά, θα καταλάβεις ότι δεν στέκουν όχι μόνο πολιτικά, αλλά ούτε καν στατιστικά».
- «Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτή των εταιρειών που έχουν μείνει πίσω μεθοδολογικά και αστοχούν από αδυναμίες κατάρτισης του σωστού δείγματος. Δεν έχουν τα σωστά αποτελέσματα».
- «Και η τρίτη είναι κάτι μεταξύ των δυο. Δηλαδή, είναι οι πολιτικά κατευθυνόμενες εταιρείες, έχουν κάνει ένα είδος καρτέλ, παίζουν τον ρόλο του καλού και του κακού, όλοι υπέρ της κυβέρνησης. Με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως η εταιρεία του κ. Μαύρου ή δημοσκόπων όπως ο Γιάννης Μαυρής που πλέον έχει αποσυρθεί. Οι περισσότεροι ή δεν κάνουν έρευνες καθόλου ή έχουν μπει σ’ αυτό το παιχνίδι».
- «Αν δεν ερευνηθεί τάχιστα το τι συμβαίνει θα πάμε στα τυφλά στις εκλογές και θα βρεθεί προ εκπλήξεων ο ίδιος ο πρωθυπουργός ο οποίος χρηματοδοτεί».
- «Οι μεθοδολογίες είναι ξεπερασμένες. Δεν λέω μόνο για τη νεότερη γενιά ψηφοφόρων που δεν είναι εύκολο να βρεθούν στα τηλέφωνα. Υπάρχει συστηματικά μια απόκρυψη από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ επειδή επί πολλά χρόνια η ηγεσία του κατήγγειλε τις δημοσκοπήσεις».
- «Οι ψηφοφόροι της ΝΔ συμμετέχουν επειδή είναι και η ηλικία τους μεγαλύτερη, άρα υπάρχει μια υπερ-εκπροσώπησή τους, που δίνει και το άλλοθι στους δημοσκόπους να δίνουν αυτές τις τεράστιες διαφορές».
- «Δεν είναι οι δημοσκοπήσεις το παν. Στην Αγγλία μια κυβέρνηση στέκεται και κάνει τη δουλειά της έχοντας μια διαφορά -25 μονάδων από την αντιπολίτευση. Θα μπορούσε ποτέ να γίνει αυτό στην Ελλάδα; Όχι».
- «Δεν μπορώ αν σας κάνω μια έρευνα να κρατήσω το προφίλ σας στο αρχείο της εταιρείας και να το χρησιμοποιώ. Μένει στο αρχείο μόνο για περίπτωση ελέγχου, που δεν γίνεται βέβαια στην Ελλάδα, ώστε να μπορείς να αποδείξεις ότι έχεις κάνει τα σωστά τηλέφωνα».
Δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Νίκος Καραχάλιος στους Data Journalists:
Τι έγινε στην Κύπρο
Οι δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα του α’ γύρου της Κυριακής 5 Φεβρουαρίου 2023, αναθέρμαναν μια δημόσια συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και αρκετά χρόνια πλέον, σχετική με την αξιοπιστία ή μη των δημοσκοπήσεων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Οι σχεδόν 12 μονάδες κάτω, που έβγαζαν οι δημοσκοπήσεις για την υποψηφιότητα του Ανδρέα Μαυρογιάννη, απ’ αυτό που τελικά πήρε ως ποσοστό από την κάλπη, περνώντας στον δεύτερο γύρο με πολύ μικρότερη διαφορά από τον πρώτο Νίκο Χριστοδουλίδη, σε συνδυασμό με το ότι και στην Ελλάδα βρισκόμαστε σε χρονιά εκλογών, στάθηκαν ικανές να επαναφέρουν επιτακτικά το ερώτημα για το αν κρύβονται σκοπιμότητες, άγνοια ή λάθη πίσω από τα ευρήματα και τις αναλύσεις των δημοσκοπικών εταιρειών.
Στον α’ γύρο ο Νίκος Χριστοδουλίδης έλαβε ποσοστό 32,04% και ο Ανδρέας Μαυραγάννης 29,6%. Όμως, η Symmetron Market έδινε στον Ανδρέα Μαυρογιάννη 24,5%, η CYMAR 18%, η Prime Consulting Ltd 22% και η CMRC Cypronetwork 28%.
Αντίθετα, αν δει κάποιος τα exit polls και μέσα από το παράδειγμα τον πρόσφατων εκλογών στην Κύπρο, θα παρατηρήσει ότι έχουν διακριβώσει το τελικό αποτέλεσμα με εντυπωσιακή ακρίβεια. Και στα δύο, δημοσκοπήσεις και exit polls, υπάρχει το λεγόμενο «περιθώριο απόκλισης», το οποίο δεν υπάρχει όπως μπορεί να πιστεύουν πολλοί για να «κρατούν πισινή» οι δημοσκόποι.
Για παράδειγμα, «οι δύο υποψήφιοι είναι ισόπαλοι, αλλά υπάρχει μια απόκλιση συν/πλην 2,5%, οπότε αν ο ένας κινηθεί στο πάνω όριο και ο άλλος κινηθεί στο κάτω ή στο μεσαίο, ορίστε η διαφορά των 3,5 μονάδων που προέκυψε», μας δηλώνει επιτελικό στέλεχος υποψηφίου στις εκλογές της Κύπρου.
Η απόκλιση συν και πλην ακόμα και στα exit polls, επιστημονικά δικαιολογείται από το γεγονός ότι είναι αυθόρμητη η προσέλευση ψηφοφόρων για να καταγράψουν την άποψή τους σε κάλπη. Κατά βάση, προσέρχονται οι ψηφοφόροι με απόλυτη πεποίθηση, καθώς και εκείνοι που πιστεύουν στην επιτυχία του ψηφοδελτίου που έριξαν. Οπότε τα συν-πλην που χρησιμοποιούν οι δημοσκόποι προκύπτουν από ανάλυση άλλων απαντήσεων που έχουν δώσει ήδη οι ψηφοφόροι.
Όπως «πότε διαμορφώσατε τη γνώμη, αν αποφασίσατε την τελευταία εβδομάδα, χτες ή σήμερα, αν επιλέξατε τον υποψήφιο ή το κόμμα που θέλετε ή κάνατε μια στρατηγική επιλογή να ενισχύσετε κάποιον, ώστε να μην περάσει στο δεύτερο γύρο κάποιος άλλος».
Στα ευρήματα της εκλογικής διαδικασίας στην Κύπρο, προκύπτει το παράδοξο -που έχει ερμηνεία κατά το στέλεχος του υποψηφίου που μίλησε στο data journalists – ο υποψήφιος του ΑΚΕΛ να έχει πολύ ανώτερη από τον μέσο όρο επίδοση σε ορισμένες αστικές περιοχές της Λευκωσίας οι οποίες σε πολύ υψηλά ποσοστά είναι πολιτικά δεξιές. Αυτό αποδίδεται κι από ευρήματα των exit polls σε μια προσπάθεια συνδυασμών που στήριξαν τον πρώτο υποψήφιο κ. Χριστοδουλίδη, ώστε να ενισχυθεί η υποψηφιότητα του κ. Μαυρογιάννη και ως εκ τούτου ν’ αποκλειστεί από τον δεύτερο γύρο η υποψηφιότητα του Αβέρωφ Νεοφύτου.
Στις δημοσκοπικές έρευνες το δύσκολο είναι να μπορέσεις να καταγράψεις τη δυναμική που αναπτύσσει μια υποψηφιότητα η ένα κόμμα στις «γκρίζες περιοχές» του εκλογικού σώματος.
Κάτι τέτοιο στην Ελλάδα -όπως σήμερα στην Κύπρο- συνέβη στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου του 2000. Τότε, το ΠΑΣΟΚ αύξησε το ποσοστό του κατά 2,3 μονάδες συγκριτικά με τις εκλογές του 1996 τις οποίες επίσης είχε κερδίσει. Αποτελεί τη μοναδική περίπτωση στα εκλογικά χρονικά της μεταπολιτευτικής μας ζωής, όπου ένα κόμμα κυβερνητικό μετά το τέλος της θητείας του, ανεβάζει το ποσοστό του στην αμέσως επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Τόσο στις δημοσκοπήσεις, όσο ακόμα και στα exit polls των εκλογών εκείνων, το ενδεχόμενο αυτό δεν μπορούσε να καταγραφεί. Κι αυτό διότι οι ψηφοφόροι που στις εκλογές του 1996, σε ποσοστό 40% είχαν ψηφίσει το «Δημοκρατικό Κοινωνικό Κίνημα» (ΔΗΚΚΙ) του Δημήτρη Τσοβόλα και σε ποσοστό 40%-50% τον Συνασπισμό του κ. Νίκου Κωνσταντόπουλου, το 2000 που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ, στην ερώτηση «τί ψηφίσατε το 1996;» απέκρυπταν την πραγματικότητα, δηλώνοντας ότι είχανε προτιμήσει το ΠΑΣΟΚ.
Κι αυτό συνέβη, γιατί αισθανόντουσαν ότι συμμετείχαν σε μια μάχη για την εκλογική επικράτηση, ως μέρος του ενός από τους δύο πόλους κι ότι αυτό έπρεπε να το δείξουν. Επικράτηση που τελικά και επετεύχθη για το ΠΑΣΟΚ για 3η συνεχόμενη φορά, με την οριακή διαφορά του 1,05% υπέρ του. Καταφέρνοντας παράλληλα να επιτύχουν συσπείρωση, που σε σχέση μ’ εκείνη των προηγούμενων εκλογών, καταγράφηκε από τους δημοσκοπικούς αναλυτές των exit polls στο ασύλληπτο ποσοστό του 110%!
Το γεγονός αυτό ανάγκασε τους αναλυτές -με πρώτο τον Ηλία Νικολακόπουλο- να ψάξουν τις υπόλοιπες απαντήσεις των ψηφοφόρων για να εντοπίσουν ότι κάποιοι δεν έλεγαν την αλήθεια, προκειμένου ν’ αποτυπωθούν σωστά τα εκλογικά και δημοσκοπικά δεδομένα. Αξίζει δε, να σημειωθεί ότι εννέα μήνες νωρίτερα είχαν γίνει Ευρωεκλογές, με την ΝΔ να τις κερδίζει με διαφορά τριών μονάδων από το ΠΑΣΟΚ.
Νέοι ηγέτες, καθώς και νέα σχήματα, που μπορεί να είναι νέα κόμματα η καινούργια εκλογικά μέτωπα, δυσκολεύουν αντικειμενικά τις δημοσκοπήσεις. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα η δημοσκοπική συμπεριφορά της ΔΗΜΑΡ τους οκτώ μήνες πριν τις εκλογές του Μαΐου του 2012, με την εκτίμηση της πρόθεσης ψήφου να φτάνει το 21%.
Δεύτερο παράδειγμα, ο πρώτος μήνας από την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές του 2009, στον απόηχο των γεγονότων που ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, όπου εμφανίζει μια δημοσκοπική «έκρηξη» στην εκτίμηση της πρόθεσης ψήφου που έφτανε στο 25%.
Ανάλογα τώρα και με τη γενική συγκυρία απαξίωσης του πολιτικού συστήματος, απόρριψης του παλαιού ή έκτακτα γεγονότα τα οποία αφήνουν ένα σοβαρό αποτύπωμα/απόηχο στην κοινή γνώμη, αυτά συνήθως εκφράζονται και δημοσκοπικά.
«Συνολικά, όμως, είναι τα τελευταία 20 χρόνια που τα δεδομένα έχουν αλλάξει, επηρεάζοντας αρνητικά και τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων παγκόσμια. Ο βαθμός δυσκολίας των δημοσκόπων να εντοπίσουν τις τάσεις της κοινής γνώμης με την ακρίβεια των δεκαετιών του ’80 και του ’90, οφείλεται στο γεγονός ότι σημαντικά τμήματα των εκλογικών σωμάτων αποστασιοποιούνται από το πολιτικό σύστημα, το μηντιακό σύστημα και τις δημοσκοπήσεις, επειδή θεωρούνται από μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης ότι είναι υπηρέτης αυτών των δύο. Άρα, ένα μεγάλο ποσοστό του εκλογικού σώματος αρνείται να πάρει μέρος σε δημοσκοπήσεις ή παίζει με τις δημοσκοπήσεις «θολώνοντας τα νερά» γιατί τις θεωρεί μέρος ενός «στημένου παιχνιδιού»», μας επισημαίνει το επιτελικό στέλεχος του υποψηφίου που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, και προσθέτει:
«Έχουμε λοιπόν, πολλά διαφορετικά τμήματα του πληθυσμού τα οποία έχουν μια αντί-συστημική συμπεριφορά. Είτε αυτή μπορεί να οφείλεται σε υπέρ-απαιτητικούς και βαθιά πολιτικοποιημένους πολίτες, οι οποίοι αναζητούν από τα κόμματα τολμηρές προτάσεις, το να μην συμβιβάζονται στο όνομα της πολυσυλλεκτικότητας και γιατί είναι γενικά αυστηροί στην κριτική τους. Αριστερής δηλαδή, εμπνεύσεως ψηφοφόρους που συμπεριφέρονται αντί-συστημικά στη δημοσκοπική τους συμπεριφορά.
Είτε από ένα κομμάτι που αντιστέκεται στο δημοσκοπικό-μηντιακό σύστημα και που είναι κατά βάση ψηφοφόροι που τελικά οδηγούνται στην άκρα δεξιά και στα επέκεινα αυτής. Είναι εκτός συστήματος και οι μεν και οι δε και παρόλο που είναι τελείως διαφορετικές οι κοινωνικές, πολιτικές και αισθητικές συμπεριφορές τους, δημιουργούν τελικά σοβαρά προβλήματα στους δημοσκόπους».
Επισημαίνει δε ότι η «απόσταση» από την σωστή δημοσκοπική καταγραφή και κατ’ επέκταση ανάλυση, που δημιουργούν λοιπόν τα τμήματα αυτά, δεν υπήρχε τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Είτε γιατί υπήρχε τότε ταύτιση με πολιτικούς ηγέτες, είτε γιατί το δίκτυο των πολιτικών δράσεων και των συλλογικοτήτων γύρο από την παραδοσιακή Αριστερά ήταν πιο ισχυρό, είτε γιατί αυτή δεν είχε έως τότε συμμετάσχει σε «Συγκυβερνήσεις», η πολιτική συμπεριφορά των υπέρ-απαιτητικών ψηφοφόρων με αναφορές στην Αριστερά, ήταν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό προβλέψιμη από ότι είναι τα τελευταία 20 χρόνια.
Στην ανάγνωση και κατανόηση των δημοσκοπήσεων, σημαντικό ρόλο παίζει κι ένα έλλειμμα γνώσης που έχει η πλειοψηφία των πολιτικών ηγετών οι οποίοι κοιτούν κι ενδιαφέρονται για το πόσες ψήφους παίρνουν. Ενώ η χρησιμότητα των δημοσκοπήσεων έγκειται στο πόσες ψήφους δεν παίρνουν και γιατί συμβαίνει αυτό.
Πέρα από τις αντικειμενικές συνθήκες όμως που μπορούν και επηρεάζουν μια δημοσκοπική έρευνα, άλλο τόσο είναι δεδομένο ότι οι εταιρείες κύρια μέσα από τη σύνταξη των ερωτηματολογίων μπορούν να κατευθύνουν τους ερωτώμενους στις «επιθυμητές» κάθε φορά απαντήσεις.
Υπάρχει μια κατηγορία ερωτήσεων στις δημοσκοπήσεις όπου είναι εμφανές ότι το βάρος το έχει η ερώτηση γιατί αυτή υπαγορεύει την απάντηση. Κλασικό τέτοιο παράδειγμα η ερώτηση περί «καταλληλότητας για πρωθυπουργός», μιας και εκτός του πρώτου και του δεύτερου κόμματος, αποκλείει τους ηγέτες των υπολοίπων κομμάτων.
Επίσης όταν ζητείται από μια λίστα θεμάτων να ιεραρχηθεί το «σημαντικότερο» μόνο από αυτά, δίνεται στη συνέχεια το «δικαίωμα» εξαγωγής συμπερασμάτων του τύπου: «Δεν ενδιαφέρεται ο κόσμος για τις υποκλοπές, αφού το πρώτο θέμα που τον απασχολεί είναι η ακρίβεια». Πράγμα που είναι λάθος, γιατί δεν σημαίνει ότι τα υπόλοιπα θέματα δεν απασχολούν τον κόσμο.
Η σύνθεση ενός ερωτηματολογίου επίσης μπορεί να κρύβει σκοπιμότητα, καθώς και ο τρόπος φυσικά που θα διατυπωθεί η ερώτηση, αναφέρει το εν λόγω στέλεχος: «Η τακτική από πλευράς κομμάτων και δημοσκοπικών εταιρειών να κάνουν έρευνες «κάθε τρεις και λίγο αρχίζοντας για παράδειγμα, ήδη από τον πρώτο, δεύτερο, τρίτο μήνα από το εκλογικό αποτέλεσμα, να ρωτάνε: «Ποιός είναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός;» ή «Αν ψηφίζατε σήμερα, τί θα ψηφίζατε;», έχει κάνει τον κόσμο καχύποπτο απέναντί τους, αφού θεωρούν ότι προφανέστατα αυτές γίνονται για την χειραγώγηση του. Διογκώνοντας συνεχώς το κομμάτι του πληθυσμού που αρνείται ν’ απαντήσει».
Κάθε δημοσκοπική εταιρεία που είναι μέλος του Συλλόγου Εταιριών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑ), καταθέτει τα στοιχεία της έρευνας στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) από το οποίο και ελέγχεται. Τα στοιχεία των ερευνών ανεβαίνουν και στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ, ώστε να είναι πλήρως προσβάσιμα και «ανοιχτοί» στον ανταγωνισμό.
Δηλώνει τον αριθμό του δείγματος, ενώ ηλικιακά οφείλει η κάθε έρευνα να αποτυπώνει την ηλικιακή σύνθεση του εκλογικού σώματος, αντιπροσωπευτικά δείγματα από το σύνολο της επικράτειας, καθώς και μέσα από μία σειρά κοινώς αποδεκτών μεθόδων, επιλέγει μια παράμετρο τυχαιοποίησης του δείγματος. Οτιδήποτε άλλο παραβιάζει προφανείς κανόνες, για τους οποίους οι εταιρείες λογοδοτούν.
Οι δημοσκοπικές εταιρείες Pulse, Metron Analysis και MRB παρακολουθούν διαρκώς τις εξελίξεις του τομέα σε Ευρώπη και Αμερική και τις ακολουθούν, σε συνάρτηση πάντα με τις οικονομικές τους δυνατότητες και το μέγεθος της ελληνικής αγοράς.
Σύμβουλος επικοινωνίας στην Κύπρο: «Οι ψηφοφόροι λάμβαναν «μήνυμα» για «επελαύνοντα» Χριστοδουλίδη»
Όλες οι δημοσκοπήσεις στην Κύπρο για τον α’ γύρο των προεδρικών εκλογών έδιναν 8 – 10 μονάδες διαφορά του Νίκου Χριστοδουλίδη από τον όποιο δεύτερο. Για να καταλήξει αυτή μετά τον πρώτο γύρο την Κυριακή 5 Φεβρουαρίου να φτάσει στις τρεις. «Αυτό το μεγάλο προβάδισμα στόχευε στο να επηρεάσει συνειδησιακά τους ψηφοφόρους, παρουσιάζοντας έναν «επελαύνοντα» Χριστοδουλίδη να σαρώνει τα πάντα στο εκλογικό πέρασμα του» λέει στους Data Journalists, σύμβουλος επικοινωνίας στην Κύπρο, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της, και προσθέτει:
«Όλες επίσης υπήρχαν δημοσκοπήσεις στην Κύπρο που ακόμα και 12 μονάδες λιγότερες τον υποστηριζόμενο από το ΑΚΕΛ, Ανδρέα Μαυρογιάννη, από εκείνες που τελικά έλαβε ως ποσοστό από την κάλπη, περνώντας στον β’ γύρο. Πριν από περίπου 20 χρόνια οι δημοσκοπήσεις έπεφταν πάντα μέσα. Μετά το 2000 αυτή η εποχή έχει περάσει ανεπιστρεπτί, με τις δημοσκοπικές εταιρείες να έχουν επηρεαστεί κι αυτές από τις πολιτικές και οικονομικές αλλαγές των τελευταίων 20 ετών».
Πλέον, σημειώνει, ως «ένδειξη διαμαρτυρίας» καταγράφεται επίσης και το γεγονός ότι οι ερωτώμενοι, νιώθοντας ολοένα και περισσότερο ότι βιώνουν ένα αδιέξοδο σε σχέση με το κομματικό σύστημα και μια απογοήτευση από τις εκάστοτε κυβερνήσεις είτε δεν απαντούν, είτε λένε σκόπιμα ψέματα, προκειμένου να παραπλανήσουν τους ερευνητές.
Με δεδομένη τη μείωση της ανταπόκρισης του κόσμου στο να απαντά στις τηλεφωνικές έρευνες και με δεδομένο πια ότι οι έρευνες δια ζώσης, έξω στο δρόμο, η «πόρτα – πόρτα», τείνουν να εκλείψουν, η σύγχρονη πρακτική είναι, η αγορά δεδομένων από εταιρείες στο διαδίκτυο. Γιατί οι εταιρείες αυτές είναι πλέον σε θέση με τον τεράστιο όγκο δεδομένων που καθημερινά καταγράφουν, να δώσουν πολύ περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες, σχετικές κάθε φορά με το εκάστοτε αντικείμενο της έρευνας. Μια πρακτική που εφαρμόζεται ήδη εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, διεθνώς.
Προκλήσεις
Με ζητούμενο διαχρονικά για τις δημοσκοπικές εταιρείες, το κατά πόσο μπορούν να επιβιώσουν οικονομικά, λειτουργώντας παράλληλα ανεξάρτητα από το σύστημα μέσα στο οποίο βρίσκονται και με δυνατότητα επιρροής σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό πάνω στις πολιτικές εξελίξεις, οι προκλήσεις είναι μεγάλες.
Σε μια αγορά όπου η ανάληψη ακόμη και εμπορικών ερευνών περνά και μέσα από τις σχέσεις με τα κόμματα, η προτεραιότητα της οικονομικής επιβίωσης τους αποκτά άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Όπως σημειώνει η Κύπρια σύμβουλος επικοινωνίας «φροντίζουν ν’ αποκτήσουν, δηλαδή, μια δημόσια εικόνα μέσα από την εμπλοκή τους σε πολιτικές και εκλογικές έρευνες και ακολούθως προτιμώνται από την αγορά για την ανάθεση εμπορικών ερευνών. Η σύνδεση λοιπόν, δημοσκοπικών εταιρειών και αγοράς γίνεται με πολλούς τρόπους».
Αναφέρει, μάλιστα, ότι «υπάρχουν περιπτώσεις όπου δημοσκοπικές εταιρείες στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν τις κομματικές τους σχέσεις, υπηρετούν περισσότερο στρατηγικές επιβίωσης και αποκόμισης μεγάλων οικονομικών ωφελημάτων, παρά αυστηρά δημοσκοπικές τακτικές.
Όπως το να εκφράζουν δημοσκοπικά τ’ αποτελέσματα που θα ήθελαν να επαληθευτούν, τους «ευσεβείς πόθους» τους δηλαδή. Ή τα δείγματα τα οποία επιλέγουν, να μην είναι πιθανώς τόσο αντιπροσωπευτικά. Ή το να θέλουν «να χαϊδέψουν τ’ αυτιά» ενός υποψήφιου ή ενός κόμματος/συνδυασμού προεκλογικά, ώστε αρχικά, για να τον κερδίσουν ως πελάτη, στην πορεία, για να ξαναπάρουν δουλειά απ’ αυτόν, ή γιατί μετά μια πιθανή εκλογική του επιτυχία, οι συμβάσεις που θα τους ανατεθούν, να τους εξασφαλίσουν μια οικονομική ευρωστία για πολλά-πολλά χρόνια. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κάποιος να γνωρίζει όλες τις παραμέτρους και δεν μπορεί ν’ αποκλείσει τίποτα».
Γεγονός είναι, πάντως, ότι από τέτοιες επιλογές πλήττεται σοβαρά στα μάτια της κοινής γνώμης το κύρος των δημοσκοπικών εταιρειών. Κι έτσι συντηρείται στο εσωτερικό τους, μια αέναη σύγκρουση, ανάμεσα στην πρωταρχική ανάγκη της οικονομικής τους επιβίωσης – παίζοντας μέσα σ’ ένα πλαίσιο κανόνων ενός απόλυτα καθορισμένου πολιτικό – οικονομικού συστήματος- και στην επίσης δομική προτεραιότητα, του «χτισίματος» ενός καλού ονόματος, περιφρουρώντας την αδιαμφισβήτητη αξιοπιστία τους.
Καθαρά όρια
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το ίδιο το πλαίσιο ανάθεσης μιας εκλογικής δημοσκόπησης είναι σκόπιμα «θολό». Κι αυτή η «θολούρα» είναι σαν το ταγκό: Θέλει δύο. Και τον υποψήφιο, πρόσωπο η κόμμα και τη δημοσκοπική εταιρεία με την οποία θα συνεργαστούν. Ποιος θα σ’ εμπιστευτεί, γιατί να σ’ εμπιστευτεί, πόσο ειλικρινής μπορεί να είναι η σχέση της εταιρείας με τον πελάτη της. Είναι πολλά, αλλά όλα έχουν έναν κοινό παρονομαστή: Τις συνέργειες ή διαπλοκή κατ’ άλλους, ανάμεσα στο πολιτικό/κομματικό και οικονομικό/επιχειρηματικό κατεστημένο.
Κι αυτό φαίνεται κι από τις περιπτώσεις αναθέσεων στις οποίες δεν φαίνεται εκείνος που πραγματικά παραγγέλνει την εκλογική δημοσκόπηση, καθώς η πληρωμή της μπορεί να προέρχεται από άλλη πηγή. Άλλωστε σε μια εκλογική αναμέτρηση υπάρχουν και πολλοί χορηγοί στα κόμματα.
Το όλο «μείγμα» προσέγγισης και διεξαγωγής μιας προεκλογικής έρευνας παίζει καθοριστικό ρόλο για το όποιο αποτέλεσμά της και την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων: Το δείγμα του κοινού (στόχευση, ηλικία, γεωγραφία, οικονομική κατάσταση, εκπαίδευση) είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που επιλέγει ένας Σύμβουλος Επικοινωνίας, ώστε να κάνει σωστά την έρευνα του. Το ερωτηματολόγιο, το πως θα τεθούν οι ερωτήσεις, αν θα είναι αμερόληπτες ή προκατειλλημμένες. Στην πραγματικότητα πάντα πίσω από τις πρώτες επιλογές υπάρχουν «δεύτερες σκέψεις», δρομολογήσεις και διαφοροποιήσεις.
Νίκος Καρδούλας: «H δική μου μέθοδος για απαντήσεις από όλες τις ηλικίες»
Ο Νίκος Καρδούλας θεωρείται ένας «χομπίστας» δημοσκόπος που, όμως, έχει εκθέσει αρκετές φορές τους επαγγελματίες του χώρου. Ο «χομπίστας» έχει ξεκινήσει ένα σερί επιτυχών προβλέψεων από την εκλογή προέδρου στη ΝΔ, όταν είχε προβλέψει την εκλογή Μητσοτάκη, αλλά και τα αποτελέσματα των εκλογικών αναμετρήσεων του 2015 και 2019.
Ο κ. Νίκος Καρδούλας είναι Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός του Ε.Μ.Π., MSc στην Αγγλία, πρώην καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Συνταγματάρχης ε.α. Εδώ και χρόνια ασχολείται συστηματικά με τις δημοσκοπήσεις, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να τις δημοσιεύει. Τι κάνει; Απλά δεν έχει μείνει στην εποχή του «σταθερού τηλεφώνου» και αξιοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Απλούστατη μέθοδος την οποία εξηγεί.
Μιλώντας στους Data Journalists ο κ. Καρδούλας επισημαίνει μεταξύ άλλων:
- «Οι δημοσκοπικές εταιρείες χρησιμοποιούν κυρίως το σταθερό τηλέφωνο. Οι ηλικίες κάτω των 50 δεν είναι συνήθως σπίτι ή δεν το σηκώνουν ή δεν απαντούν».
- «Η δική μου μέθοδος στηρίζεται σε δυο πράγματα. Πρώτον, τις τελευταίες δυο εβδομάδες πριν τις εκλογές παίρνω όλες τις δημοσκοπήσεις, βγάζω τον μέσο όρο, αλλά κοιτάζω τι είχαν προβλέψει στις προηγούμενες εκλογές και με τι σφάλμα, και διορθώνω τα αποτελέσματα σύμφωνα με αυτό το σφάλμα. Δεύτερον κάνω μια χορηγούμενη έρευνα στο facebook πληρωμένη από μένα, αφού είναι χόμπι. Εκεί κατανέμονται όλες οι ηλικίες σωστά και στο τέλος συνδυάζω αυτά τα αποτελέσματα με τις δημοσκοπήσεις που έχω κάνει διόρθωση των σφαλμάτων. Και πέφτουν πάντα μέσα. Όπως στις εκλογές του 2015, στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ και στις εκλογές του 2019».
- «Ασχολούμαι 30 χρόνια με στατιστικές αναλύσεις, αλλά λόγω επαγγέλματος από το 2015 και μετά άρχισα να τα δημοσιεύω. Ό,τι έχω δημοσιεύσει είναι με ακρίβεια 95%».
- «Στα social media χρειάζονται έξυπνες ερωτήσεις και μόνο τέσσερις. Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων όταν σε παίρνουν στο σταθερό σε απασχολούν σε μισή ώρα. Στα social media εκπροσωπούνται και όλες οι ηλικίες. Όσοι απαντάνε στο σταθερό τηλέφωνο είναι άνω των 50 ετών και συνταξιούχοι. Τους εργαζόμενους και τους νέους δεν τους βρίσκουν. Τους νέους που τώρα θα ψηφίσουν πρώτη φορά, ποια εταιρεία θα τους «πιάσει;»».
Δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη που μας παραχώρησε:
Νέα δημοσκόπηση σήμερα ,δημοσκόπηση εκλογές ,Κρυφή δημοσκόπηση , Διαδικτυακή δημοσκόπηση τώρα , Νέα δημοσκόπηση , Τελευταία δημοσκόπηση ΝΔ ΣΥΡΙΖΑ ,
Discussion about this post